GBK glossarySearch the glossaries created from glossary-building KudoZ (GBK) questions. | To see the desired glossary, please select the language and then the field of expertise. |
Home - Korean
- Human Resources
- Search
- Term
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- 정보통신망을 이용하여 회사로 출퇴근을 하지 않고 집에서 업무를 처리하는 환경. 네이버 백과사전 - by J Chae (X)
- Example sentence(s)
- 미국에서는 통근을 대체하는 개념으로 출발하였기 때문에 텔레커뮤팅(telecommuting)이라는 용어를 채택하고 있으며, 유럽의 경우에는 근무장소가 변화되었다라는 의미에서 ‘텔레워크(telework)'를 쓰고 있다. 우리나라에서는 재택근무 혹은 안방근무라는 용어가 널리 퍼져 있으나 최근에 원격근무라는 말이 본격으로 사용되고 있다. - 독립논단 by J Chae (X)
- Related KudoZ question
Compare [close] - Spanish
- Human Resources
- Search
- Term
- teletrabajo, teledesplazamiento
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- El teletrabajo, literalmente trabajo a distancia, se refiere al desempeño de un trabajo de manera regular en un lugar diferente del centro de trabajo habitual. Suele referirse a trabajos de oficina que precisan de una interacción mínima con el cliente y que no requieren de presencialidad. Es habitual el uso de medios informáticos para comunicarse con los clientes o compañeros de trabajo, para el envío de resultados y, en la mayoría de los casos, para la realización de la actividad.
Wikipedia - by Silvia Brandon-Pérez
- Example sentence(s)
- La diferencia fundamental entre "trabajo a domicilio" y "teletrabajo" es la preponderancia de la informática y las telecomunicaciones en la realización del teletrabajo. - Wikipedia by Silvia Brandon-Pérez
- El Teletrabajo nos permite Vivir acá, Trabajar allá, Ganar allá y Gastar acá. - teletrabajo.com by Silvia Brandon-Pérez
- Related KudoZ question
Compare [close] - Swedish
- Human Resources
- Search
- Term
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- Med distansarbete förstås sådant arbete som bedrivs med hemmet som arbetsplats eller annat av arbetstagaren disponerat utrymme och med datastöd.
LO - Distansarbete pdf - by Anna Herbst
- Example sentence(s)
- Related KudoZ question
Compare [close] - Greek
- Human Resources
- Search
- Term
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- τηλεργασία είναι η μορφή αυτή εργασίας κατά την οποία γίνεται χρήση υπολογιστών και άλλων μέσων τηλεπικοινωνίας με σκοπό να αλλάξει η δεδομένη γεωγραφικά θέση εργασίας mentor.gr - by Spiros Doikas
- Example sentence(s)
- Με τον όρο Τηλεργασία, θα εννοούμε στο εξής "κάθε μορφή απασχόλησης, μερικής ή ολικής που επιτρέπει στον εργαζόμενο, να παράγει όλο το έργο που του ζητήθηκε, αποκλειστικά από το σπίτι του, ή από το φυσικό χώρο που επιλέγει ο ίδιος, χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες που προσφέρουν η πληροφορική, οι τηλεπικοινωνίες και η τηλεματική ". - dimitra.g by Spiros Doikas
- Μία από τις πιο ευέλικτες λύσεις και σημαντικότερες ευκαιρίες στον εργασιακό τομέα είναι μία νέα μορφή εργασίας, η τηλεργασία. - go-online.gr by Spiros Doikas
- Το Ινστιτούτο Ερευνών / Μελετών Τηλεπικοινωνιών και Πληροφορικής ΝΑ Ευρώπης - ΙΝΑ ολοκλήρωσε τη μελέτη για την τηλεργασία και τα κέντρα παροχής υπηρεσιών τηλεφωνικής εξυπηρέτησης - inatelecom.org by Spiros Doikas
- Related KudoZ question
Compare [close] - Compare this term in: Serbian, Croatian, Albanian, Arabic, Bulgarian, Catalan, Czech, Chinese, German, Dutch, English, Persian (Farsi), Finnish, French, Hebrew, Hungarian, Indonesian, Italian, Japanese, Latvian, Norwegian, Polish, Portuguese, Romanian, Russian, Slovak, Slovenian, Turkish, Ukrainian, Vietnamese
| | The glossary compiled from Glossary-building KudoZ is made available openly under the Creative Commons "By" license (v3.0). By submitting this form, you agree to make your contribution available to others under the terms of that license. | | | | X Sign in to your ProZ.com account... | | | | | | |