GBK glossarySearch the glossaries created from glossary-building KudoZ (GBK) questions. | To see the desired glossary, please select the language and then the field of expertise. |
Home - Swedish
- Human Resources
- Search
- Term
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- Med distansarbete förstås sådant arbete som bedrivs med hemmet som arbetsplats eller annat av arbetstagaren disponerat utrymme och med datastöd.
LO - Distansarbete pdf - by Anna Herbst
- Example sentence(s)
- Related KudoZ question
Compare [close] - Greek
- Human Resources
- Search
- Term
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- τηλεργασία είναι η μορφή αυτή εργασίας κατά την οποία γίνεται χρήση υπολογιστών και άλλων μέσων τηλεπικοινωνίας με σκοπό να αλλάξει η δεδομένη γεωγραφικά θέση εργασίας mentor.gr - by Spiros Doikas
- Example sentence(s)
- Με τον όρο Τηλεργασία, θα εννοούμε στο εξής "κάθε μορφή απασχόλησης, μερικής ή ολικής που επιτρέπει στον εργαζόμενο, να παράγει όλο το έργο που του ζητήθηκε, αποκλειστικά από το σπίτι του, ή από το φυσικό χώρο που επιλέγει ο ίδιος, χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες που προσφέρουν η πληροφορική, οι τηλεπικοινωνίες και η τηλεματική ". - dimitra.g by Spiros Doikas
- Μία από τις πιο ευέλικτες λύσεις και σημαντικότερες ευκαιρίες στον εργασιακό τομέα είναι μία νέα μορφή εργασίας, η τηλεργασία. - go-online.gr by Spiros Doikas
- Το Ινστιτούτο Ερευνών / Μελετών Τηλεπικοινωνιών και Πληροφορικής ΝΑ Ευρώπης - ΙΝΑ ολοκλήρωσε τη μελέτη για την τηλεργασία και τα κέντρα παροχής υπηρεσιών τηλεφωνικής εξυπηρέτησης - inatelecom.org by Spiros Doikas
- Related KudoZ question
Compare [close] - Bulgarian
- Human Resources
- Search
- Term
- дистанционна работа от дома
- Additional fields of expertise
- Definition(s)
- Работа, при която работникът/служителят не е задължен да присъства в офиса и да идва на работа (to commute), а която се извършва от къщи по Интернет или чрез други телекомуникационни средства Own research - by Yassen Tounev
- Example sentence(s)
- Related KudoZ question
Compare [close] Compare [close] - Compare this term in: Serbian, Croatian, Albanian, Catalan, Czech, Chinese, German, Dutch, English, Spanish, Persian (Farsi), Finnish, French, Hebrew, Hungarian, Indonesian, Italian, Japanese, Korean, Latvian, Norwegian, Polish, Portuguese, Romanian, Russian, Slovak, Slovenian, Turkish, Ukrainian, Vietnamese
| | The glossary compiled from Glossary-building KudoZ is made available openly under the Creative Commons "By" license (v3.0). By submitting this form, you agree to make your contribution available to others under the terms of that license. | | | | X Sign in to your ProZ.com account... | | | | | | |